Ο Δημήτριος Ι. Πάλλας με τη διαθήκη του δώρισε στο Πανεπιστήμιο Κύπρου το μεγαλύτερο τμήμα της επιστημονικής του βιβλιοθήκης, το δε υπόλοιπο στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Ο κύριος όγκος των εντύπων της Βιβλιοθήκης Πάλλα αφορά τη Βυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη και γενικά το Βυζάντιο και τον Νεότερο Ελληνισμό. Επίσης μεγάλος αριθμός βιβλίων αναφέρεται στην Κλασσική Αρχαιολογία, Θεολογία, Ιστορία και Ιστορία Τέχνης, μικρότερος δε στην Κοινωνιολογία και τη Λογοτεχνία.
Βιογραφικό
Ο Δημήτριος Πάλλας γεννήθηκε το 1907 στη Σαλαμίνα Αττικής. Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αργότερα παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή. Το 1965 απέκτησε το διδακτορικό του από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μονάχου.
Το 1933 διορίζεται Επιμελητής Αρχαιοτήτων και υπηρέτησε στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών ως το 1939. Μετά τοποθετείται στη Α΄ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων ως το 1943 και από το 1944 τοποθετείται προϊστάμενος της Γ’ Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με έδρα την Κόρινθο. Απολύεται το 1947 από την υπηρεσία του λόγω της συμμετοχής του στην Εθνική Αντίσταση και επανέρχεται το 1952.
Το 1965 εκλέγεται Τακτικός Καθηγητής της Βυζαντινής Αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Απομακρύνεται και πάλι από το δικτατορικό καθεστώς το 1968, αλλά δεν επανέρχεται μετά τη μεταπολίτευση (1974) λόγω ορίου ηλικίας.
Ο Δημήτριος Πάλλας υπήρξε ιδιαίτερα αξιόλογος επιστήμονας και έχει να επιδείξει πλουσιότατο συγγραφικό και ερευνητικό έργο, το οποίο καλύπτει όλους σχεδόν τους τομείς της βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης καθώς και διάφορους συναφείς κλάδους όπως επιγραφική/παλαιογραφία, θρησκειολογία , λατρεία, ιστορία κ.ά. Ταυτόχρονα επέδειξε έντονη δραστηριότητα στην προστασία των αρχαίων μνημείων, ενώ διενήργησε πολυάριθμες ανασκαφές με κυριότερη αυτή της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Λεχαίου της Κορίνθου, όπου ήρθε στο φως ένα από τα πλέον αξιόλογα ευρήματα των τελευταίων δεκαετιών.
Υπήρξε μέλος πολλών αρχαιολογικών και επιστημονικών ιδρυμάτων και το 1985 τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Herder (Αμβούργου-Βιέννης) για το πλούσιο και σημαντικό του έργο.
Απεβίωσε στην Αθήνα το 1995.